Λέξη: γλίτσα

Σχετικές λέξεις: γλίτσα

ροζ γλίτσα, γλίτσα συνώνυμο, γλίτσα στα αγγλικά, γλίτσα λεξικό

Μεταφράσεις: γλίτσα

γλίτσα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slime, scum, goo, grime, slime is, objectionable slime

γλίτσα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
barro, espumar, limo, baba, escoria, espuma, lodo, cieno, del limo

γλίτσα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abschaum, schlamm, schleim, ausblühung, schaum, Schleim, Slime, Manager Slime, Schlamm

γλίτσα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mouchure, mucus, écume, écumer, vase, mousse, mucosité, limon, glaire, bourbe, boue, mousser, bave, Slime

γλίτσα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
melma, muco, limo, schiuma, fango, bava, Slime, della melma

γλίτσα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lamas, lodo, limo, Slime, do limo, de lodo

γλίτσα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schuim, modder, slib, slijk, slik, slijm, Slime, het Slijm, slijm van

γλίτσα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
окалина, нечисть, очистки, муть, подонок, багульник, грязь, накипь, пенал, шлак, пена, ил, отбросы, плесень, слизь, мразь, Slime, шлам, слизи

γλίτσα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
slam, avskum, skum, gjørme, dynn, berme, mudder, slim, Slime, slimet

γλίτσα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skumma, dy, slam, Slem, Slime, Slam

γλίτσα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
muta, lieju, lima, kuona, hylkyjoukko, roskaväki, kuohu, vaahto, jäteöljy, lieju. liete, slime, limaa, liman

γλίτσα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
dynd, slam, Slime, slim, til Slime

γλίτσα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pěna, kal, bláto, hlen, šlem, pěnit, bahno, sliz, Slime, slizu, slizem

γλίτσα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szumowina, zamulić, zamulać, muł, namulać, śluz, szlam, piana, Slime, Slime w

γλίτσα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
iszap, Slime, Iszappal, nyálkát, mocskot

γλίτσα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
balçık, sümük, slime, çamur, şlam

γλίτσα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
слизь, слиз, жужелиця, піна, шлак, мул, пінитися, багно, жужелицю, грязь, Слизь

γλίτσα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zhul, jargëzuese, bitum, bitum në vend, bitum në

γλίτσα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
слиза, мътилка, утайка, слуз, тиня, кал, лигавина

γλίτσα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ваза, грязь, бруд, слізь, слізі

γλίτσα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saast, asfalt, löga, lima, Slime, muda, lima eemaldamiseks, lima eemaldamist

γλίτσα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sluz, zgura, mulj, glib, blato, Slime, sluzava

γλίτσα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
slime, slím

γλίτσα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dumblas, gleivės, nuvalyti gleives, apnešti dumblu, gleivėti

γλίτσα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nogulsnes, gļotas, putas, dubļi, dūņas, gļotām, ar gļotām, gļotu, Slime

γλίτσα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лигите, лига, слуз, тиња, на лигите

γλίτσα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
spumă, noroi, Slime, mâzgă, mazga, mucegaiurilor

γλίτσα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kal, Slime, Sluz, sluzi, motnine, motnine na

γλίτσα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bahno, hien, sliz, spodina, kal, hlien, Slizu, slizovitá hmota
Τυχαίες λέξεις