Θαμπός στα δανικά
Μετάφραση: θαμπός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mørk, mat, måtten, måtte, Dørmåtte, måttens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θαμπός
θαμπός συνώνυμα, θαμπός λεξικό γλώσσας δανικά, θαμπός στα δανικά
Μεταφράσεις
- θαλαμηπόλος στα δανικά - kammertjener, betjent, Serviceret, parkeringsservice, valet
- θαλασσινά στα δανικά - skaldyr, alt godt fra havet, fisk og skaldyr, Seafood, fisk
- θαμπώνω στα δανικά - blænde, blind, blear
- θαμώνας στα δανικά - Habitue
Τυχαίες λέξεις
Θαμπός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mørk, mat, måtten, måtte, Dørmåtte, måttens
Μεταφράσεις: mørk, mat, måtten, måtte, Dørmåtte, måttens