Κάρτα στα δανικά

Μετάφραση: κάρτα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spiseseddel, brevkort, plakat, kort, kortet, card
Κάρτα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάρτα

κάρτα νέων, κάρτα δικτύου, κάρτα υγείας, κάρτα καυσαερίων, κάρτα ανεργίας δικαιολογητικά, κάρτα λεξικό γλώσσας δανικά, κάρτα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κάρβουνα στα δανικά - kul, grilling, at grille, grille, grilning, grillning
  • κάρδαμο στα δανικά - brøndkarse, watercress, karse, brondkarse
  • κάσα στα δανικά - dåse, kiste, kasse, kisten, casket, skrin, skrinet
  • κάστα στα δανικά - kaste, kastesystemet, kastesystem, kaster
Τυχαίες λέξεις
Κάρτα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spiseseddel, brevkort, plakat, kort, kortet, card