Καμώματα στα δανικά
Μετάφραση: καμώματα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
airs, luftens, livsenergier, fine fornemmelser
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμώματα
καμώματα συνωνυμα, καμώματα λεξικό γλώσσας δανικά, καμώματα στα δανικά
Μεταφράσεις
- καμπυλώνω στα δανικά - krumning, sving, kurve, bue, kurver, kurverne
- καμπύλη στα δανικά - krumning, feje, bue, kurve, sving, kurven
- κανάλι στα δανικά - rende, kanal, rør, kanalen, kanals
- κανάτα στα δανικά - beholder, kande, drikkeglas, kanden, jug, en kande
Τυχαίες λέξεις
Καμώματα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: airs, luftens, livsenergier, fine fornemmelser
Μεταφράσεις: airs, luftens, livsenergier, fine fornemmelser