Κηδεμονία στα δανικά
Μετάφραση: κηδεμονία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
værgemål, formynderskab, værge, værgemålet, lavværgemål
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κηδεμονία
κηδεμονία παιδιού κύπρος, κηδεμονία παιδιού, κηδεμονία παιδιών, κηδεμονία star, κηδεμονία ενηλίκου, κηδεμονία λεξικό γλώσσας δανικά, κηδεμονία στα δανικά
Μεταφράσεις
- κεχριμπάρι στα δανικά - rav, gult, orange, gule, ravgul
- κηδεία στα δανικά - begravelse, begravelsen, begravelsestransport, bisættelse
- κηδεμόνας στα δανικά - forsvarer, formynder, værge, vogter, beskytter, værgen
- κηλίδα στα δανικά - plet, sted, stedet, spot, godt
Τυχαίες λέξεις
Κηδεμονία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: værgemål, formynderskab, værge, værgemålet, lavværgemål
Μεταφράσεις: værgemål, formynderskab, værge, værgemålet, lavværgemål