Κλαδάκι στα δανικά

Μετάφραση: κλαδάκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kvist, gren, twig, grenen, kvisten
Κλαδάκι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλαδάκι

κάμπια κλαδάκι, κλαδάκι λεξικό γλώσσας δανικά, κλαδάκι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κλαίω στα δανικά - beklage, skrig, skrige, råbe, græde, råb, cry, ...
  • κλαγγή στα δανικά - klang, clang, Objective, dang
  • κλαδί στα δανικά - lem, afdeling, medlem, filial, gren, branchen, branche
  • κλαδεύω στα δανικά - prune, sveske, svesker, beskære, beskæring
Τυχαίες λέξεις
Κλαδάκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kvist, gren, twig, grenen, kvisten