Κλαδάκι στα ολλανδικά

Μετάφραση: κλαδάκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rijs, twijg, rank, takje, twijgje, tak, twig
Κλαδάκι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλαδάκι

κάμπια κλαδάκι, κλαδάκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κλαδάκι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κλαίω στα ολλανδικά - schreeuw, tranen, wenen, schreeuwen, roepen, roep, rouwen, ...
  • κλαγγή στα ολλανδικά - kletteren, gekletter, gerinkel, klinken, geratel
  • κλαδί στα ολλανδικά - lidmaat, aftakking, lid, afdeling, depot, filiaal, tak, ...
  • κλαδεύω στα ολλανδικά - beslaan, verlagen, herleiden, reduceren, verminderen, vereenvoudigen, verkleinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Κλαδάκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rijs, twijg, rank, takje, twijgje, tak, twig