Λέξη: κλαδάκι
Σχετικές λέξεις: κλαδάκι
κάμπια κλαδάκι
Συνώνυμα: κλαδάκι
βλαστός, κλωνάρι, βέργα
Μεταφράσεις: κλαδάκι
κλαδάκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
twig, sprig, sprig of, branches, little branch
κλαδάκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ramita, rama, la ramita, ramita de, twig
κλαδάκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zweig, Zweig, twig, Ast
κλαδάκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
brindille, branche, ramille, baguette, concevoir, comprendre, branchette, rameau, saisir, rameaux, twig, un rameau
κλαδάκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ramoscello, ramoscello di, rametto, twig, fusaro
κλαδάκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
galho, ramo, twig, graveto, raminho
κλαδάκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rijs, twijg, rank, takje, twijgje, tak, twig
κλαδάκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стиль, смекать, ветка, сучок, хворостинка, понять, прут, веточка, наблюдать, разгадать, ветку, веточку
κλαδάκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kvist, kvisten, twig, gren
κλαδάκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kvist, twig, fattar, fatta, kvisten
κλαδάκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
varpu, hoksata, vitsa, risu, lehvä, tajuta, vihta, oksa, TWIG, TWIG-
κλαδάκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kvist, gren, twig, grenen, kvisten
κλαδάκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
proutek, haluz, snítka, větvička, větev, rozumět, ratolest, pochopit, větvičku, větvičky
κλαδάκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pokapować, skapować, witka, gałąź, zrozumieć, rózga, gałązka, zauważyć, twig, gałązki, twigobraz
κλαδάκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ágacska, gally, twig, ág, gallyat, ágat
κλαδάκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dal, twig, sürgün, filiz, incelemek
κλαδάκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стиль, різки, гілочка, спостерігати, розгадати, веточка, гілочки
κλαδάκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
filiz, modë, marr vesh
κλαδάκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клонка, клонче, вейка, пръчка, клонки
κλαδάκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галінка, веточка, травінка
κλαδάκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oksaraag, oksake, oksa, twig, oksarao
κλαδάκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grana, šiba, prut, grančica, grančicu, šeni
κλαδάκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hrísla, twig, trjágrein
κλαδάκι στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
virga
κλαδάκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šakelė, vytelė, sumoti, nuvokti, virbas
κλαδάκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zariņš, Twig, zars, zariņu, saprast
κλαδάκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
гранче, изданок, дрвце
κλαδάκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
crenguță, creanga, ramură, twig, de nuiele
κλαδάκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vejica, veja, veja na, twig, vej
κλαδάκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vetvička, konárik
Τυχαίες λέξεις