Κρεμμύδι στα δανικά

Μετάφραση: κρεμμύδι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
løg, løget
Κρεμμύδι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρεμμύδι

κρεμμύδι σοφρίτο, κρεμμύδι θερμίδες, κρεμμύδι ιδιοτητες, κρεμμύδι θεραπευτικέσ ιδιότητεσ, κρεμμύδι καλλιέργεια, κρεμμύδι λεξικό γλώσσας δανικά, κρεμμύδι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κρεμάω στα δανικά - fløde, creme, cream, cremen
  • κρεμιέμαι στα δανικά - fløde, creme, cream, cremen
  • κρεμώ στα δανικά - hænge, Hang, hænger, Hæng, hÃ|nger
  • κρεοπώλης στα δανικά - slagter, slagteren, butcher, slagterbutik
Τυχαίες λέξεις
Κρεμμύδι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: løg, løget