Κριθαράκι στα δανικά

Μετάφραση: κριθαράκι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
orzo, af Orzo
Κριθαράκι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κριθαράκι

κριθαράκι στο μάτι, κριθαράκι με γαρίδες, κριθαράκι συνταγή, κριθαράκι σούπα, κριθαράκι με κρέας, κριθαράκι λεξικό γλώσσας δανικά, κριθαράκι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κριάρι στα δανικά - vædder, ram, Væder, stemplet
  • κριθάρι στα δανικά - byg, byg med, af byg
  • κριτήριο στα δανικά - kriterium, kriteriet, kriterier, betingelse
  • κριτής στα δανικά - vurdere, dømme, dommer, dommeren, dommerens
Τυχαίες λέξεις
Κριθαράκι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: orzo, af Orzo