Κυλώ στα δανικά
Μετάφραση: κυλώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rulle, strøm, ring, bæk, rundstykke, roll, kast, rullen, valse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυλώ
κυλάω κυλώ, κυλώ λεξικό γλώσσας δανικά, κυλώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- κυκλοφορώ στα δανικά - befri, udelade, frigive, cirkulere, cirkulerer, at cirkulere, omsættes, ...
- κυκλώνας στα δανικά - cyklon, cyklonen, cykloner, cyklonens
- κυμάτισμα στα δανικά - bølget, bølgede, bølgende, wavy, bølgeformet
- κυμαίνομαι στα δανικά - svinger, svinge, variere, udsving, varierer
Τυχαίες λέξεις
Κυλώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rulle, strøm, ring, bæk, rundstykke, roll, kast, rullen, valse
Μεταφράσεις: rulle, strøm, ring, bæk, rundstykke, roll, kast, rullen, valse