Bæk στα ελληνικά
Μετάφραση: bæk, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυλώ, ρυάκι, ρέω, ρεύμα, ποταμάκι, Creek, κολπίσκο, κολπίσκος
Μεταφράσεις
- bånd στα ελληνικά - ταινία, συγκολλώ, δένω, συνδέω, γραβάτα, δεσμός, ταινίας, ...
- bæger στα ελληνικά - κύπελλο, φλιτζάνι, κούπα, φλυτζάνι, κυπέλλου
- bælte στα ελληνικά - ιμάντας, ζώνη, ιμάντα, ζώνης, ζωνών
- bænk στα ελληνικά - πάγκος, έδρα, παγκάκι, έδρανο, πάγκο, πάγκου, κλίνη
Τυχαίες λέξεις
Bæk στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυλώ, ρυάκι, ρέω, ρεύμα, ποταμάκι, Creek, κολπίσκο, κολπίσκος
Μεταφράσεις: κυλώ, ρυάκι, ρέω, ρεύμα, ποταμάκι, Creek, κολπίσκο, κολπίσκος