Κυρίαρχος στα δανικά

Μετάφραση: κυρίαρχος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
suveræn, suveræne, suverænt, statslig, selvstændig
Κυρίαρχος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυρίαρχος

κυρίαρχοσ του παιχνιδιού, κυρίαρχος πλανήτης, κυρίαρχος συνώνυμα, κυρίαρχος αντωνυμο, κυρίαρχοσ συνώνυμο, κυρίαρχος λεξικό γλώσσας δανικά, κυρίαρχος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κυπρίνος στα δανικά - karpe, karper, carp, karpen
  • κυρία στα δανικά - dame, lady, damen, kvinde
  • κυρίως στα δανικά - hovedsagelig, hovedsageligt, primært, især, navnlig
  • κυριαρχία στα δανικά - suverænitet, højhedsområde, suveræniteten, hoejhedsomraade
Τυχαίες λέξεις
Κυρίαρχος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: suveræn, suveræne, suverænt, statslig, selvstændig