Λιγνός στα δανικά
Μετάφραση: λιγνός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tynd, spredt, smal, sparsom, mager, lean, magert, af magert, magre
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιγνός
λιγνός ιωάννης πε19, λιγνός ιωάννης, λιγνός κουζίνες, λιγνός φαρμακείο, λιγνός εφοπλιστής, λιγνός λεξικό γλώσσας δανικά, λιγνός στα δανικά
Μεταφράσεις
- λιγνάδα στα δανικά - Lignadis
- λιγνίτης στα δανικά - brunkul, lignit, montanvoks, af brunkul
- λιγομίλητος στα δανικά - ligomilitos
- λιγοστός στα δανικά - få, mager, beskedne, magre, sparsomme, sølle
Τυχαίες λέξεις
Λιγνός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tynd, spredt, smal, sparsom, mager, lean, magert, af magert, magre
Μεταφράσεις: tynd, spredt, smal, sparsom, mager, lean, magert, af magert, magre