Λέξη: σύμβουλος

Σχετικές λέξεις: σύμβουλος

σύμβουλος πωλήσεων, σύμβουλος αναβάθμισης των windows 7, σύμβουλος σταδιοδρομίας, σύμβουλος ψυχικής υγείας, σύμβουλος επιχειρήσεων, σύμβουλος ψήφου, σύμβουλος γάμου, σύμβουλος πληροφορικής, σύμβουλος ειδικής αγωγής, σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού, διευθύνων σύμβουλος, δημοτικός σύμβουλος, σχολικός σύμβουλος, νομικός σύμβουλος

Συνώνυμα: σύμβουλος

διευθυντής, σκηνοθέτης, συμβουλεύων, δικηγόρος, εμπειρογνώμονας, σύνεδρος

Μεταφράσεις: σύμβουλος

σύμβουλος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
advisor, consultant, counsellor, adviser, director, counselor

σύμβουλος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
consejero, asesor, tutor, asesor de, asesora

σύμβουλος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
referent, botschaftsrat, berater, sachbearbeiter, fachberater, ratgeber, beirat, ratgeberin, Berater, Ratgeber, Advisor

σύμβουλος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
consultant, conseil, avocat, moniteur, conseiller, défenseur, conseillère, de conseiller, conseiller en, advisor

σύμβουλος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
consiglio, consulente, advisor, consigliere, consulente di, consulenza

σύμβουλος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conselheiro, assessor, consultor, advisor, orientador

σύμβουλος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
raadsman, raadgever, adviseur, mentor, advisor, adviseur van

σύμβουλος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
консультант, адвокат, вожатый, врач-консультант, консультативный, советник, эксперт, советником, Advisor, консультантом

σύμβουλος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
konsulent, rådgiver, Advisor, veileder

σύμβουλος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rådgivare, Advisor, rådgivaren, handledare

σύμβουλος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puolustusasianajaja, konsultti, neuvonantaja, neuvonantajana, neuvonantajan, tukisovellus, neuvontatoiminto

σύμβουλος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
advokat, rådgiver, Advisor, vejleder

σύμβουλος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rada, poradce, advokát, rádce, poradcem, poradkyně, rádcem

σύμβουλος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
radca, doradca, adwokat, doradczyni, konsultant, doradcą, doradcy, advisor

σύμβουλος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
konzultáns, konzulens, tanácsadó, szaktanácsadó, tanácsadója, tanácsadóként, tanácsadójaként, tanácsadói

σύμβουλος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
danışman, müşavir, danışmanı, Advisor, danışmanlık, danışmanlığını

σύμβουλος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
радник, вожатий, консультанте, адвокат, консультант, адвокате, вихователь

σύμβουλος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
këshilltar, këshilltari, këshilltar i, Këshilltare, këshilltar për

σύμβουλος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съветник, консултант, съветник на, съветник по

σύμβουλος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
саветнік, дарадца, дараднік, радца, дарадчык

σύμβουλος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nõustaja, konsultant, nõunik, nõuandja, nõustajana, nõustajaga

σύμβουλος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
savjetnik, konzultant, savjetnika, savjetnica, Advisor, savetnik

σύμβουλος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ráðunautur, ráðgjafi, ráðgjafa, leiðbeinandi, Advisor

σύμβουλος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
advokatas, konsultantas, patarėjas, patarėjo, Advisor, patarėju

σύμβουλος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
padomdevējs, piekritējs, advokāts, konsultants, aizstāvis, padomnieks, vadītājs, konsultantu

σύμβουλος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
советник, советник за, советникот, советник на

σύμβουλος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
consilier, adept, consultant, consilierul, de consilier, consilier de

σύμβουλος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
svetovalec, svetovalka, svetovalec za, Advisor, svetovalca

σύμβουλος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
konzultant, poradca, porade, poradcu, poradcov, poradcom

Στατιστικά δημοτικότητας: σύμβουλος

Τυχαίες λέξεις