Μαντεύω στα δανικά
Μετάφραση: μαντεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
antage, gætte, tror, gætter, gæt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαντεύω
μαντεύω συνώνυμα, μαντεύω γαλλικά, μαντεύω λεξικό γλώσσας δανικά, μαντεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- μανταλώνω στα δανικά - låst, smækket, latched, låste, fastlåst
- μανταρίνι στα δανικά - mandarin, af Mandarin, mandariner, anmeldelser af Mandarin
- μαντολίνο στα δανικά - mandolin, mandolinen
- μαντοσύνη στα δανικά - mantosyni
Τυχαίες λέξεις
Μαντεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: antage, gætte, tror, gætter, gæt
Μεταφράσεις: antage, gætte, tror, gætter, gæt