Μόλος στα δανικά
Μετάφραση: μόλος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
muldvarp, mol, mol-, mole
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόλος
μόλος της λεμεσού, μόλοσ beach bar, μόλοσ ή μώλοσ, μώλος σημασία, θάνος μόλος, μόλος λεξικό γλώσσας δανικά, μόλος στα δανικά
Μεταφράσεις
- μόδα στα δανικά - tendens, mode, måde, tilbøjelighed, facon, fashion, vis
- μόλις στα δανικά - blot, præcis, nøjagtig, fair, billig, bare, nøjagtigt, ...
- μόλυβδος στα δανικά - føre, lede, bly, medføre, fører
- μόλυνση στα δανικά - infektion, infektionen, smitte, infektioner
Τυχαίες λέξεις
Μόλος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: muldvarp, mol, mol-, mole
Μεταφράσεις: muldvarp, mol, mol-, mole