Νίψιμο στα δανικά

Μετάφραση: νίψιμο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vask, vaske, vaskning, vaskemaskine, at vaske
Νίψιμο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νίψιμο

νίψιμο λεξικό γλώσσας δανικά, νίψιμο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • νέος στα δανικά - lille, ung, barn, ny, unge, ungt
  • νήμα στα δανικά - tråd, gevind, tråden, gevindet
  • ναι στα δανικά - jo, ja, yes, Indberet, på Ja
  • ναρκομανής στα δανικά - narkotisk, narkotiske, narkotisk stof, narkotika, narkotikum
Τυχαίες λέξεις
Νίψιμο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vask, vaske, vaskning, vaskemaskine, at vaske