Ονομάζω στα δανικά

Μετάφραση: ονομάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
navn, opkald, call, indkaldelse, opkaldet, opfordring
Ονομάζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ονομάζω

νομίζω αρχαία, ονομάζω κατονομάζω, ονομάζω αρχαια, ονομάζω συνώνυμα, νομίζω συνώνυμο, ονομάζω λεξικό γλώσσας δανικά, ονομάζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ονειρεύομαι στα δανικά - drøm, drømme, drømmer, at drømme, drømme om
  • ονειροπόληση στα δανικά - dagdrøm, Daydream, dagdrømme, af Daydream, drømmeri
  • ονομασία στα δανικά - navn, betegnelse, udpegning, udpegelse, betegnelsen, udpegelsen
  • ονομαστικός στα δανικά - nominativ, nominel, nominelle, nominelt, pålydende, den nominelle
Τυχαίες λέξεις
Ονομάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: navn, opkald, call, indkaldelse, opkaldet, opfordring