Πάθηση στα δανικά

Μετάφραση: πάθηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stand, tilstand, forvirring, betingelse, forhold, sigtelse, uorden, reklamation, anklage, forstyrrelse, forfatning, besvær, sygdom, sygdomme, sygdommen, lidelse
Πάθηση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πάθηση

πάθηση ωχράς κηλίδας, πάθηση εντέρου, πάθηση κινητικού νευρώνα, πάθηση του «πλακούντα αλόγου», πάθηση κυφοσκολίωση, πάθηση λεξικό γλώσσας δανικά, πάθηση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πάγκος στα δανικά - kiosk, bænk, bænken, bænk med, bench, prøvebænk
  • πάγος στα δανικά - is, ice, isen, Isklumpmaskine
  • πάθος στα δανικά - lidenskab, lidenskaben
  • πάλι στα δανικά - igen, gang, en gang, ny
Τυχαίες λέξεις
Πάθηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stand, tilstand, forvirring, betingelse, forhold, sigtelse, uorden, reklamation, anklage, forstyrrelse, forfatning, besvær, sygdom, sygdomme, sygdommen, lidelse