Πανούργος στα δανικά
Μετάφραση: πανούργος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
listig, snu, listige, snedige, wily, snedig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πανούργος
πανούργος ετυμολογία, πανούργος λεξικό γλώσσας δανικά, πανούργος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πανοσιολογιότατος στα δανικά - panosiologiotatos
- πανουργία στα δανικά - listig, snu, snuhed, listighed, Træskhed, Underfundighed, snedighed
- πανσές στα δανικά - stedmoderblomst, pansy, stedmoder, floks
- παντελόνι στα δανικά - bukser, pants, bukserne
Τυχαίες λέξεις
Πανούργος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: listig, snu, listige, snedige, wily, snedig
Μεταφράσεις: listig, snu, listige, snedige, wily, snedig