Παρέκβαση στα δανικά

Μετάφραση: παρέκβαση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rekreation, digression, sidespring, sidebemærkning, ekskurs, gradvis reduceres
Παρέκβαση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρέκβαση

παρέκβαση λεξικό, παρέκβαση για τον ξένο, παρέκβαση συνώνυμο, παρέκβαση σημασια, παρέκβαση λεξικό γλώσσας δανικά, παρέκβαση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παράφορος στα δανικά - kraftig, voldsom, madding, sommertrængslen
  • παρέα στα δανικά - højtid, fest, firma, selskab, parti, kammeratskab, venskab, ...
  • παρέκκλιση στα δανικά - afvigelse, afvigelsen, afvigelser, fravigelse, afviger
  • παρέλαση στα δανικά - procession, tog, parade, paraden, optog
Τυχαίες λέξεις
Παρέκβαση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rekreation, digression, sidespring, sidebemærkning, ekskurs, gradvis reduceres