Περαστικός στα δανικά

Μετάφραση: περαστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
passerer, forbifarten, forbigående, der passerer, forbipasserende
Περαστικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περαστικός

περαστικός κι αμίλητος, περαστικός συνώνυμα, περαστικός κι αμίλητος στίχοι, περαστικός αγγλικά, περαστικός λεξικό γλώσσας δανικά, περαστικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • περαιτέρω στα δανικά - yderligere, længere, videre, endvidere, yderligere at
  • περασμένος στα δανικά - fortid, forbi, tidligere, fortiden, seneste
  • περατώνω στα δανικά - fuldstændig, fuldende, fuld, komplet, tæt ved, nærheden, i nærheden, ...
  • περβόλι στα δανικά - Orchard, frugthave, frugtplantage, plantage, plantagen
Τυχαίες λέξεις
Περαστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: passerer, forbifarten, forbigående, der passerer, forbipasserende