Περισυλλογή στα δανικά
Μετάφραση: περισυλλογή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
indsamling, indsamle, at indsamle, indsamling af, opkrævning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περισυλλογή
περισυλλογή σημασια, περισυλλογη συνώνυμο, περισυλλογή κλαδιών, περισυλλογή αδέσποτων ζώων, περισυλλογή ετυμολογία, περισυλλογή λεξικό γλώσσας δανικά, περισυλλογή στα δανικά
Μεταφράσεις
- περιστόμιο στα δανικά - kant, rand, bred, fælg, kanten, fælgen
- περισυλλέγω στα δανικά - forsamles, samle, indsamle, sanke, opsnappe, snuppe, opsnuse
- περιτέμνω στα δανικά - omskære, omskæres, omskær, omskærer, I omskære
- περιττός στα δανικά - ulige, mærkeligt, underligt, mærkelig
Τυχαίες λέξεις
Περισυλλογή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: indsamling, indsamle, at indsamle, indsamling af, opkrævning
Μεταφράσεις: indsamling, indsamle, at indsamle, indsamling af, opkrævning