Πυγμαχώ στα δανικά

Μετάφραση: πυγμαχώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kasse, dåse, kiste, Spar, rundholten, bjælke, bjælken, rundholt
Πυγμαχώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυγμαχώ

πυγμαχώ λεξικό γλώσσας δανικά, πυγμαχώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πυγμή στα δανικά - næve, knytnæve, fist
  • πυγμαίος στα δανικά - pygmæ, pygmy, dværg, dværgand
  • πυκνωτής στα δανικά - kondensator, kondensatoren, kapacitor, en kondensator
  • πυκνός στα δανικά - tyk, tæt, firskåren, tætbygget, firskårne
Τυχαίες λέξεις
Πυγμαχώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kasse, dåse, kiste, Spar, rundholten, bjælke, bjælken, rundholt