Πόζα στα δανικά
Μετάφραση: πόζα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sætte, udgøre, udgør, indebærer, stille, indebære
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόζα
λουτρά πόζαρ, πόζα μητροπάνος, ρόζα μητροπάνος lyrics, πόζα λεξικό γλώσσας δανικά, πόζα στα δανικά
Μεταφράσεις
- πόδι στα δανικά - pote, ben, fod, benet, benene, leg
- πόδια στα δανικά - ben, benene, ben af
- πόθος στα δανικά - længsel, længsel efter, længslen, længes, voldsomt efter
- πόλεμος στα δανικά - krig, krigen, krigens
Τυχαίες λέξεις
Πόζα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sætte, udgøre, udgør, indebærer, stille, indebære
Μεταφράσεις: sætte, udgøre, udgør, indebærer, stille, indebære