Sætte στα ελληνικά

Μετάφραση: sætte, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάζω, καθορισμένος, πόζα, ξαπλώνω, μέρος, ποζάρω, τοποθετώ, τόπος, κοσμικός, στρώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
Sætte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sæson στα ελληνικά - περίοδο, περίοδος, νοστιμίζω, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
  • sætning στα ελληνικά - καταδίκη, καταδικάζω, πρόταση, ρήτρα, φράση, τη φράση, φράσης, ...
  • sø στα ελληνικά - λίμνη, λίμνης, στη λίμνη, λίμνη της, Λέικ
  • sød στα ελληνικά - γλυκός, μαλακός, τρυφερός, καραμέλα, ήπιος, πράος, ευγενικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Sætte στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάζω, καθορισμένος, πόζα, ξαπλώνω, μέρος, ποζάρω, τοποθετώ, τόπος, κοσμικός, στρώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε