Σκούπα στα δανικά

Μετάφραση: σκούπα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
børste, krat, kost, gyvel, kosten, broom
Σκούπα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκούπα

σκούπα στάχτης, σκούπα χωρίς σακούλα, σκούπα ηλεκτρική, σκούπα miele, σκούπα χειρός, σκούπα λεξικό γλώσσας δανικά, σκούπα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σκούνα στα δανικά - skonnert, Schooner, skonnerten, af Schooner, i Schooner
  • σκούξιμο στα δανικά - skrigende, screaming, skrige, skreg, skriger
  • σκούρος στα δανικά - mørk, dunkelhed, uvidenhed, mørke, mørkt, mørket, dark
  • σκούφος στα δανικά - hue, kasket, hætte, fælles landbrugspolitik, cap, hætten
Τυχαίες λέξεις
Σκούπα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: børste, krat, kost, gyvel, kosten, broom