Σκούπα στα ουκρανικά
Μετάφραση: σκούπα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
садно, вичесати, мітла, вичісувати, щітка, метла, Брум
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκούπα
σκούπα στάχτης, σκούπα χωρίς σακούλα, σκούπα ηλεκτρική, σκούπα miele, σκούπα χειρός, σκούπα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκούπα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σκούνα στα ουκρανικά - шхуна, шхуну
- σκούξιμο στα ουκρανικά - кричати, гукати, улюлюкати, кричущий, кричить, що кричить, кричуща, ...
- σκούρος στα ουκρανικά - темний, темно
- σκούφος στα ουκρανικά - картуз, шапка, шапочка, капюшон, запечатувати, кришка, кришку
Τυχαίες λέξεις
Σκούπα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: садно, вичесати, мітла, вичісувати, щітка, метла, Брум
Μεταφράσεις: садно, вичесати, мітла, вичісувати, щітка, метла, Брум