Σπέρνω στα δανικά
Μετάφραση: σπέρνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sæd, så, frø, so, soen, soens, søer, sow
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπέρνω
σπέρνω φασολάκια, σπέρνω καλαμπόκι, σπέρνω ρόκα, σπέρνω φακές, σπέρνω κουκιά, σπέρνω λεξικό γλώσσας δανικά, σπέρνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- σπάταλος στα δανικά - waster
- σπέρμα στα δανικά - sæd, sædcelle, sperm, sædceller, sperma, sæden
- σπίνος στα δανικά - finke, Finch, finken, finker, af Finch
- σπίρτο στα δανικά - match, tændstik, kamp, kampen, Kampens
Τυχαίες λέξεις
Σπέρνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sæd, så, frø, so, soen, soens, søer, sow
Μεταφράσεις: sæd, så, frø, so, soen, soens, søer, sow