Συνάλλαγμα στα δανικά
Μετάφραση: συνάλλαγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mønt, bytte, udveksling, valuta, valutaen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνάλλαγμα
συνάλλαγμα alpha bank, συνάλλαγμα τράπεζα της ελλάδος, συνάλλαγμα αθήνα, συνάλλαγμα τραπεζών, συνάλλαγμα eurobank, συνάλλαγμα λεξικό γλώσσας δανικά, συνάλλαγμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- συνάγω στα δανικά - slutte, udlede, udledes, udledt, udleder
- συνάδελφος στα δανικά - kollega, mand, bekendt, kollegas, en bekendt
- συνάντηση στα δανικά - aftale, møde, træffe, opfylde, at opfylde, forsamlet, opfyldelse
- συνάφεια στα δανικά - relevans, relevant, relevant tekst, relevansen
Τυχαίες λέξεις
Συνάλλαγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mønt, bytte, udveksling, valuta, valutaen
Μεταφράσεις: mønt, bytte, udveksling, valuta, valutaen