Λέξη: συνάλλαγμα
Σχετικές λέξεις: συνάλλαγμα
συνάλλαγμα alpha bank, συνάλλαγμα τράπεζα της ελλάδος, συνάλλαγμα αθήνα, συνάλλαγμα τραπεζών, συνάλλαγμα eurobank, συνάλλαγμα στο αεροδρόμιο, συνάλλαγμα ευρώ λίρα, συνάλλαγμα εθνική, συνάλλαγμα ισοτιμίες, συνάλλαγμα πειραιώς
Συνώνυμα: συνάλλαγμα
νόμισμα, νομίσματα, χρήματα, νόμισμα χώρας, χαρτονομίσματα, ανταλλαγή, επικαταλλαγή, χρηματηστήριο
Μεταφράσεις: συνάλλαγμα
συνάλλαγμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
currency, exchange, foreign currency, currency Exchange, foreign exchange
συνάλλαγμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
reemplazo, intercambio, moneda, dinero, permutar, canjear, sustitución, divisa, de divisas, la moneda, la divisa
συνάλλαγμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fernsprechamt, tausch, austausch, gebräuchlichkeit, zahlungsmittel, amt, währung, umlauf, ersatz, zentrale, Währung, Währungs, Wechsel, Devisen
συνάλλαγμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
permutation, bourse, troquer, tour, change, échangeons, changer, échange, changement, traite, troc, cycle, monétaire, central, centrale, circulation, monnaie, devise, devises, la monnaie
συνάλλαγμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cambio, scambio, moneta, centrale, permuta, sostituzione, valuta, valuta Spese di, valuta Spese, di valuta
συνάλλαγμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cambiar, excessivamente, vender, câmbio, permutar, troca, moeda, de moeda, moeda corrente, currency, moeda de
συνάλλαγμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
centrale, vervanging, valuta, munt, munteenheid, geld
συνάλλαγμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
продолжительность, обмен, деньги, брокер, мена, размениваться, разменивать, списаться, променять, перебраниваться, обмениваться, обменивать, валюта, пересмеиваться, меняться, употребительность, валют, валюты, валюте, валютой
συνάλλαγμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utveksling, valuta, bytte, valutaen, valutatype
συνάλλαγμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
växla, valuta, utbyte, valutan
συνάλλαγμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaihtaa, valuutta, vaihto, keskus, raha, valuutan, valuutassa, valuuttakurssit, valuuttana
συνάλλαγμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mønt, bytte, udveksling, valuta, valutaen
συνάλλαγμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
směnka, záměna, měna, vyměnit, zaměnit, měnit, centrála, ústředna, kurs, směna, burza, oběh, výměna, měny, měnou, měně, měnu
συνάλλαγμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obieg, wymienić, wymiana, wymieniacz, centrala, waluta, wymieniać, pieniądz, obrót, wymień, zamiana, wymięcie, wymienienie, giełda, waluty, walutą, walut
συνάλλαγμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csereüzlet, pénznem, valuta, kicserélés, csereforgalom, pénznemben, valutában, deviza
συνάλλαγμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
değişme, geçerlik, para, döviz, para birimi, kur, para cinsinden
συνάλλαγμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обміняти, валютний, обмін, міняти, мінятися, валюта, обмінятися, гроші, це валюта, валюту
συνάλλαγμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndërroj, monedhë, monedhës, të monedhës, monedhën, monedhë të
συνάλλαγμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
валута, обмен, на валути, на валута, валутен
συνάλλαγμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
валюта
συνάλλαγμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mõttevahetus, vahetama, vääring, muutma, maksevahend, valuuta, vääringus, valuutas, vääringu, raha
συνάλλαγμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
promet, razmjene, promijeniti, grožđica, izmjena, burza, ribiz, valuta, valute, valutu, valuti, valutni
συνάλλαγμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gjaldeyrir, skipti, gjaldmiðill, mynt, gjaldmiðillinn, gjaldmiðli, gjaldmiðil
συνάλλαγμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iškeisti, valiuta, Valiutos, valiutų, valiutą
συνάλλαγμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizstāšana, valūta, valūtas, valūtu, valūtā, naudas vienība
συνάλλαγμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
валута, валутата, валутниот, пари, валути
συνάλλαγμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
monedă, schimb, substituţie, valută, de valuta, moneda, valutar
συνάλλαγμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
valuta, valuto, valuti, valute
συνάλλαγμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obeh, mena, obeživo
Στατιστικά δημοτικότητας: συνάλλαγμα
Τυχαίες λέξεις