Υποθάλπω στα δανικά
Μετάφραση: υποθάλπω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anstifte, fremkalde, opildner, at anstifte, opildner til
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποθάλπω
υποθάλπω αντωνυμο, υποθάλπω ετυμολογια, υποθάλπω αγγλικα, υποθάλπω σημασια, υποθάλπω συνωνυμο, υποθάλπω λεξικό γλώσσας δανικά, υποθάλπω στα δανικά
Μεταφράσεις
- υποδουλώνω στα δανικά - slavebinde, enslave, trælbinde, underkue, slaver
- υποδοχή στα δανικά - modtagelse, socket, sokkel, stikket, soklen
- υποθέτω στα δανικά - antage, formode, gætte, tror, gætter, gæt
- υποθήκη στα δανικά - pant, realkreditlån, realkredit, prioritetslån, prioritetsgæld
Τυχαίες λέξεις
Υποθάλπω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anstifte, fremkalde, opildner, at anstifte, opildner til
Μεταφράσεις: anstifte, fremkalde, opildner, at anstifte, opildner til