Υποστήριγμα στα δανικά
Μετάφραση: υποστήριγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
støtte, underhold, beslag, beslaget, konsol, konsollen, holder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποστήριγμα
υποστήριγμα λεξικό γλώσσας δανικά, υποστήριγμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- υποσημείωση στα δανικά - fodnote, fodnoten, note, i fodnote
- υποσκάπτω στα δανικά - sap, saft, saften, plantesaft
- υποστηρίζω στα δανικά - beholde, holde, støtte, bagside, ryg, tilbage, support, ...
- υποστηρικτής στα δανικά - sagfører, medlem, advokat, tilhænger, promotor, promoter, promotoren
Τυχαίες λέξεις
Υποστήριγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: støtte, underhold, beslag, beslaget, konsol, konsollen, holder
Μεταφράσεις: støtte, underhold, beslag, beslaget, konsol, konsollen, holder