Φαιδρός στα δανικά
Μετάφραση: φαιδρός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
væn, Winsome, vindende, indtagende, saa væn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαιδρός
φαιδρός λεξικό, φαιδρόσ συνώνυμα, φαιδρός ετυμολογια, φαιδρός συνώνυμο, φαιδρός λεξικό γλώσσας δανικά, φαιδρός στα δανικά
Μεταφράσεις
- φαγητό στα δανικά - næring, føde, takst, mad, næringsstof, passager, måltid, ...
- φαγούρα στα δανικά - kløe, klør, kradse, kløen
- φαινομενικά στα δανικά - angiveligt, tilsyneladende, angiveligt for, tilsyneladende er, der tilsyneladende
- φαινομενικός στα δανικά - tilsyneladende, fremgår, fremgaar, tydeligt, synlige
Τυχαίες λέξεις
Φαιδρός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: væn, Winsome, vindende, indtagende, saa væn
Μεταφράσεις: væn, Winsome, vindende, indtagende, saa væn