Χαράκωμα στα δανικά

Μετάφραση: χαράκωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
grøft, skyttegrav, trench, renden, rende
Χαράκωμα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαράκωμα

χαράκωμα σταφίδας, χαράκωμα αμπελιού, χαράκωμα λεξικό γλώσσας δανικά, χαράκωμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χαράδρα στα δανικά - slugten, Gorge, kløft, kløften, slugt
  • χαράζω στα δανικά - gravere, engrave, indgravere, indgravering, gravering
  • χαρίζω στα δανικά - spare, donere, donerer, donate, at donere, afgive
  • χαρακτήρας στα δανικά - karakter, egenskab, rolle, personlighed, tegn, særpræg, tegnet
Τυχαίες λέξεις
Χαράκωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: grøft, skyttegrav, trench, renden, rende