Ψήνω στα δανικά
Μετάφραση: ψήνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stege, frizz, krus, kruset hår, uden krus, kruset
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψήνω
ψήνω αμύγδαλα, ψήνω δίνω λουτράκι, ψήνω αγγλικα, ψήνω δίνω, ψήνω φυστίκια αιγίνης, ψήνω λεξικό γλώσσας δανικά, ψήνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ψέλνω στα δανικά - chant, sang, synge, messe, sangen
- ψέμα στα δανικά - løgn, ligger, ligge, løgnen
- ψήσιμο στα δανικά - ristning, stegning, ristning af, ristningen
- ψήφισμα στα δανικά - opløsning, resolution, beslutning, beslutningen
Τυχαίες λέξεις
Ψήνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stege, frizz, krus, kruset hår, uden krus, kruset
Μεταφράσεις: stege, frizz, krus, kruset hår, uden krus, kruset