Λέξη: ελαφρόμυαλος
Σχετικές λέξεις: ελαφρόμυαλος
ελαφρόμυαλος συνώνυμα
Συνώνυμα: ελαφρόμυαλος
επιπόλαιος, κούφος, ελαφρός, κοκορόμυαλος, ξεμυαλισμένος
Μεταφράσεις: ελαφρόμυαλος
ελαφρόμυαλος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frivolous, scatterbrained, featherbrain
ελαφρόμυαλος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
frívolo, atolondrado, liviano, vano, scatterbrained, despistado, atolondrada, alocada
ελαφρόμυαλος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
leichtsinnig, frivol, leichtfertig, schusselig, flatterhaft, schusslig, scatterbrained
ελαφρόμυαλος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
évaporé, étourdi, frivole, léger, écervelé, écervelée, étourdie, étourdis
ελαφρόμυαλος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
leggero, frivolo, sbadato, sventata, scatterbrained, stordita, sventato
ελαφρόμυαλος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amedrontar, espantar, desatento, desmiolada, scatterbrained, distraído, avoada
ελαφρόμυαλος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
frivool, wuft, lichtzinnig, warhoofd, scatterbrained, een warhoofd
ελαφρόμυαλος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пустой, незначительный, фривольный, несерьезный, легкомысленный, поверхностный, ветреный, легкомысленная, рассеянная
ελαφρόμυαλος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
scatterbrained, rotete, vimsete
ελαφρόμυαλος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
scatterbrained
ελαφρόμυαλος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ylimalkainen, häilyvä, joutava, häilyväinen, hajamielinen, hömppä
ελαφρόμυαλος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfængelig, scatterbrained
ελαφρόμυαλος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lehkomyslný, povrchní, lehkovážný, roztržitý
ελαφρόμυαλος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niepoważny, lekkomyślny, błahy, frywolny, bezmyślny, roztargniony, roztrzepany, roztrzepana, scatterbrained, gapiowaty
ελαφρόμυαλος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
frivol, kelekótya
ελαφρόμυαλος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alık, scatterbrained, sersem, dağınık fikirli
ελαφρόμυαλος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фривольний, порожньою, незначний, порожній, легковажний, легковажна
ελαφρόμυαλος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i hallakatur, hallakatur
ελαφρόμυαλος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разсеян, лекомислена, вятърничав, лекомислен
ελαφρόμυαλος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лёгкi, легкадумны
ελαφρόμυαλος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kergemeelne, frivoolne, hajameelne, Hajamielinen, tuulepäine, Hömppä
ελαφρόμυαλος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neozbiljan, nestašan, vjetropiran
ελαφρόμυαλος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
scatterbrained
ελαφρόμυαλος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užmaršus, lengvabūdis, Roztargniony, Gapiowaty, išsiblaškęs
ελαφρόμυαλος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
scatterbrained
ελαφρόμυαλος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лекомислен
ελαφρόμυαλος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
frivol, zvăpăiat, zăpăcit, inconsecvent, zănatic
ελαφρόμυαλος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
raztresen
ελαφρόμυαλος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
frivolní, roztržitý, nepozorný
Τυχαίες λέξεις