Ψήνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ψήνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garbanos, garbanoti, Kręcić kędziory, Skwierczeć, kepti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψήνω
ψήνω αμύγδαλα, ψήνω δίνω λουτράκι, ψήνω αγγλικα, ψήνω δίνω, ψήνω φυστίκια αιγίνης, ψήνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ψήνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ψέλνω στα λιθουανικά - giedojimas, choralas, giesmė, skanduoti, skandavimas
- ψέμα στα λιθουανικά - melas, guli, lie, gulėti
- ψήσιμο στα λιθουανικά - kepimas, skrudinimas, skrudinimo, skrudinant, apdeginimo
- ψήφισμα στα λιθουανικά - rezoliucija, rezoliucijos, rezoliuciją, raiška, rezoliucijoje
Τυχαίες λέξεις
Ψήνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: garbanos, garbanoti, Kręcić kędziory, Skwierczeć, kepti
Μεταφράσεις: garbanos, garbanoti, Kręcić kędziory, Skwierczeć, kepti