Ψιλός στα δανικά
Μετάφραση: ψιλός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
smal, tynd, spredt, sparsom, mager, fint, fin, fine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψιλός
ψιλός αγγλικά, ψιλός βικιλεξικο, ψηλός ή ψηλός, ψιλός ήχος, ψηλός ψηλός, ψιλός λεξικό γλώσσας δανικά, ψιλός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ψιλοβρέχω στα δανικά - støvregn, finregn, drizzle, dryp, afstik
- ψιλοβρόχι στα δανικά - støvregn, drizzling
- ψιττακίζω στα δανικά - psittakizo
- ψιψίνα στα δανικά - puss, Pus, EVP, bestøvlede kat
Τυχαίες λέξεις
Ψιλός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: smal, tynd, spredt, sparsom, mager, fint, fin, fine
Μεταφράσεις: smal, tynd, spredt, sparsom, mager, fint, fin, fine