Όχημα στα δανικά

Μετάφραση: όχημα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
køretøj, køretøjet, køretøjets, køretøjer
Όχημα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όχημα

όχημα υποστήριξης πεζικού terminator, όχημα ειδικού σκοπού, όχημα hagen, όχημα ορισμός, όχημα του πολυτεχνείου κρήτης, όχημα λεξικό γλώσσας δανικά, όχημα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • όταν στα δανικά - når, da, ved, hvor
  • όφελος στα δανικά - fordel, benefit, gavn, fordele, ydelse
  • όχθη στα δανικά - bank, bred, banken, bankens, Banks
  • όχι στα δανικά - ingen, nej, ikke, intet, ikke er, der ikke
Τυχαίες λέξεις
Όχημα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: køretøj, køretøjet, køretøjets, køretøjer