Ύπνος στα δανικά

Μετάφραση: ύπνος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sove, slummer, søvn, sleep, sover
Ύπνος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύπνος

ύπνος του δικαίου, ύπνος νεογέννητου, ύπνος θερμίδες, ύπνος rem, ύπνος μωρού, ύπνος λεξικό γλώσσας δανικά, ύπνος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ύπαρχος στα δανικά - partner, ægtefælle, styrmand, første mate, styrmand i, styrmanden, førstestyrmand
  • ύπερος στα δανικά - støder, pistil, pestle, støderen, morter
  • ύπνωση στα δανικά - hypnose, hypnosis, hypnose til
  • ύποπτος στα δανικά - mistænkte, mistænkt, mistanke, mistanke om, mistænktes
Τυχαίες λέξεις
Ύπνος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sove, slummer, søvn, sleep, sover