Ύπνος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ύπνος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slapen, maffen, slaap, de slaap, nachtrust, slaapstand
Ύπνος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύπνος

ύπνος του δικαίου, ύπνος νεογέννητου, ύπνος θερμίδες, ύπνος rem, ύπνος μωρού, ύπνος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ύπνος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ύπαρχος στα ολλανδικά - echtgenote, paren, eega, eerste stuurman, stuurman, eerste partner, eerste mate, ...
  • ύπερος στα ολλανδικά - stamper, een stamper, de stamper, pestle
  • ύπνωση στα ολλανδικά - hypnose, van hypnose, de hypnose, hypnose te
  • ύποπτος στα ολλανδικά - verdachte, achterdochtig, wantrouwig, verdacht, argwanend, vermoeden, de verdachte, ...
Τυχαίες λέξεις
Ύπνος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: slapen, maffen, slaap, de slaap, nachtrust, slaapstand