Ανυπάκουος στα εσθονικά
Μετάφραση: ανυπάκουος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõnakuulmatu, sõnakuulmatud, kuulmatu, kuulanud sõna, ei kuula sõna
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανυπάκουος
ανυπάκουος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανυπάκουος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αντλώ στα εσθονικά - ammutama, tuletama, tuletada, tulenevad, tuleneda, tuletamiseks
- αντοχή στα εσθονικά - tolerants, taluvusvõime, vastupanu, meelekindlus, sallivus, takisti, resistentsus, ...
- ανυπακοή στα εσθονικά - allumatus, sõnakuulmatus, sõnakuulmatuse, sõnakuulmatust, sõnakuulmatute
- ανυπεράσπιστος στα εσθονικά - kaitsetu, kaitsetud, kaitsetute, kaitsetuid, kaitsetuks
Τυχαίες λέξεις
Ανυπάκουος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõnakuulmatu, sõnakuulmatud, kuulmatu, kuulanud sõna, ei kuula sõna
Μεταφράσεις: sõnakuulmatu, sõnakuulmatud, kuulmatu, kuulanud sõna, ei kuula sõna