Νόσος στα εσθονικά
Μετάφραση: νόσος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tõbi, haigus, haiguse, haiguste, haigust, haigusega
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόσος
νόσος των δυτών, νόσος του huntington, νόσος graves, νόσος wilson, νόσος meniere, νόσος λεξικό γλώσσας εσθονικά, νόσος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- νόμος στα εσθονικά - seadus, õigus, õiguse, õigusega, õiguses
- νόρμα στα εσθονικά - norm, normiks, normi, normist, normiga
- νόστιμος στα εσθονικά - hõrk, oivaline, suupärane, Hõrgutav
- νότιος στα εσθονικά - lõunapoolne, lõunaosariikide, Lõuna, lõunaosas, lõunapiirkonna
Τυχαίες λέξεις
Νόσος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tõbi, haigus, haiguse, haiguste, haigust, haigusega
Μεταφράσεις: tõbi, haigus, haiguse, haiguste, haigust, haigusega