Οργανίστας στα εσθονικά
Μετάφραση: οργανίστας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
organist, orelimängija, organisti, organistina, organiste
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργανίστας
οργανίστας λεξικό γλώσσας εσθονικά, οργανίστας στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- οργή στα εσθονικά - solvang, raevutsema, tuju, fuuria, viha, protestikisa, ärrituma, ...
- οργίλος στα εσθονικά - turtsakas, kannatamatu, kergestiärrituv, testy, Kärttyisä
- οργανικός στα εσθονικά - orgaaniline, mäetekkeline, orgaanilised, orgaaniliste, orgaanilise, orgaanilisi
- οργιά στα εσθονικά - loodima, süld, sülla, fathom, sülda
Τυχαίες λέξεις
Οργανίστας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: organist, orelimängija, organisti, organistina, organiste
Μεταφράσεις: organist, orelimängija, organisti, organistina, organiste