Άστατος στα ισλανδικά
Μετάφραση: άστατος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fickle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άστατος
άστατος κύκλος περιόδου, είμαι άστατος, άστατος τερζής, άστατοσ συνωνυμα, άστατος στίχοι, άστατος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άστατος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- άσπλαχνος στα ισλανδικά - unmerciful
- άσπρος στα ισλανδικά - hvítur, hvítt, WHITE, hvít, hvíta
- άσυλο στα ισλανδικά - hæli, Asylum, hælis, hælisleitenda, um hæli
- άσφαλτος στα ισλανδικά - malbik, malbiki, asfalt
Τυχαίες λέξεις
Άστατος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fickle
Μεταφράσεις: fickle