Αγρόκτημα στα ισλανδικά

Μετάφραση: αγρόκτημα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bær, jörð, býli, búa, bæ, bærinn, Farm, bænum, bæinn
Αγρόκτημα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγρόκτημα

αγρόκτημα ζιώγα, αγρόκτημα κυδωνιές, αγρόκτημα τιθορέα, αγρόκτημα αμφίκαια, αγρόκτημα βραχιάς, αγρόκτημα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αγρόκτημα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγροικία στα ισλανδικά - bæjarins, Farmhouse, Heimagisting, bærinn, bær
  • αγροτικός στα ισλανδικά - dreifbýli, sveita, sveit, í dreifbýli
  • αγρότης στα ισλανδικά - bóndi, búandi, bóndinn, bónda, bændur
  • αγχίνοια στα ισλανδικά - shrewdness
Τυχαίες λέξεις
Αγρόκτημα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bær, jörð, býli, búa, bæ, bærinn, Farm, bænum, bæinn