Εικάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εικάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
conjecture
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εικάζω
εικάζω συνώνυμα, εικάζω λεξικό, εικάζω ετυμολογια, εικάζω αρχαια, εικάζω αρχικοί χρόνοι, εικάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εικάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ειδωλοσκόπιο στα ισλανδικά - eidoloskopio
- ειδύλλιο στα ισλανδικά - rómantík, Rómantískar ferðir, Romance, Rómantískar, Fjölskylduferðir
- εικασία στα ισλανδικά - geta, ágiskanir, ágiskun
- εικαστικός στα ισλανδικά - conjectural
Τυχαίες λέξεις
Εικάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: conjecture
Μεταφράσεις: conjecture