Εικάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: εικάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sejtés, találgatás, sejtést, sejtését, sejtése
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εικάζω
εικάζω συνώνυμα, εικάζω λεξικό, εικάζω ετυμολογια, εικάζω αρχαια, εικάζω αρχικοί χρόνοι, εικάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εικάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ειδωλοσκόπιο στα ουγγρικά - eidoloskopio
- ειδύλλιο στα ουγγρικά - pásztorköltemény, románc, romantika, romantikus, romantikusak
- εικασία στα ουγγρικά - spekuláció, találgatás, találgatást, a találgatás, találgatásokat
- εικαστικός στα ουγγρικά - sejtett, spekulációs, spekulatív, feltevésen alapuló, feltételezésen alapuló, feltevéseken alapulnak, feltételes, ...
Τυχαίες λέξεις
Εικάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sejtés, találgatás, sejtést, sejtését, sejtése
Μεταφράσεις: sejtés, találgatás, sejtést, sejtését, sejtése